φουξία

φουξία
η бот. фуксия

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "φουξία" в других словарях:

  • φούξια — Γένος φυτών που αριθμεί διάφορα είδη και υπάγεται στην οικογένεια των οναγριδών (δικοτυλήδονα). Πρόκειται για κομψότατους συνήθως θάμνους, που κατάγονται από τη Νότια Αμερική και τη Νέα Ζηλανδία και είναι κατάλληλοι για διακόσμηση σε κήπους,… …   Dictionary of Greek

  • φούξια — η (βοτ.) 1. γένος φυτών της οικογένειας Oναγρίδες, που καλλιεργούνται για τα κοκκινωπά διακοσμητικά λουλούδια τους. 2. έντονο μοβ ροζ χρώμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σκουλαρίκι — Γυναικείο κόσμημα που φοριέται στο αυτί. Τα πρώτα σ. χρονολογούνται από την εποχή του χαλκού και, όπως και άλλα ατομικά κοσμήματα, είχαν ίσως μαγικό χαρακτήρα. Στους αρχαίους λαούς φορούσαν σ. και οι άντρες και οι γυναίκες. Ενώ αρχικά είχαν μορφή …   Dictionary of Greek

  • φουξίνη — η, Ν χημ. τρικυκλική αρωματική οργανική ένωση, συνθετική χρωστική ύλη, που παρασκευάζεται κατά την οξείδωση ενός μίγματος ανιλίνης και τολουϊδίνης και η οποία βάφει κόκκινο το μαλλί, το μετάξι και το βαμβάκι μετά από πρόστυψη με ταννίνη. [ΕΤΥΜΟΛ …   Dictionary of Greek

  • Φουκς, Λέοναρντ — (Fuchs, Βέμντινγκ, Βαυαρία 1501 – Τίνμπιγκεν 1566). Γερμανός βοτανολόγος και γιατρός. Υπήρξε ένας από τους πρώτους που μελέτησαν τα φυτά με βάση την κατευθείαν παρατήρηση. Με το αξιόλογο έργο του Περί της ιστορίας των ριζών (1542) προσπάθησε να… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»